Ελληνικά
Perspective

Ο Σοσιαλισμός και η πάλη ενάντια στον πόλεμο

Αυτή η προοπτική είναι το κείμενο της εναρκτήριας ομιλίας του Ντέιβιντ Νορθ, πρόεδρου της Διεθνούς Συντακτικής Επιτροπής του World Socialist Web Site και εθνικού πρόεδρου του Σοσιαλιστικού Κόμματος Ισότητας προς το Διεθνές Διαδικτυακό Συλλαλητήριο της Εργατικής Πρωτομαγιάς στις 3 Μαΐου.

Εκ μέρους της Διεθνούς Επιτροπής της Τέταρτης Διεθνούς και του World Socialist Web Site, επιτρέψτε μου να στείλω αδελφικούς χαιρετισμούς στον μεγάλο αριθμό ακροατών από όλο τον κόσμο, σε περισσότερες από 60 χώρες, οι οποίοι συμμετέχουν σε αυτόν τον διαδικτυακό εορτασμό της Πρωτομαγιάς του 2015.

Ο σκοπός αυτού του συλλαλητήριου είναι τρίπτυχος:

Πρώτον, να δώσει φωνή στην αντίθεση της διεθνούς εργατικής τάξης στην αμείλικτη κλιμάκωση της στρατιωτικής βίας η οποία, αν δεν τερματιστεί, απειλεί να βυθίσει ολόκληρο τον κόσμο σε μια καταστροφή αφάνταστων διαστάσεων.

Δεύτερον, να παράσχει μια ανάλυση των κυρίων αιτιών και δυναμικών – οικονομικών, γεωπολιτικών και κοινωνικών – της παγκόσμιας κρίσης οι οποίες αποτελούν την κινητήρια δύναμη πίσω από τις μιλιταριστικές πολιτικές που ακολουθούν οι ιμπεριαλιστικές και καπιταλιστικές κυβερνήσεις σε όλο τον κόσμο.

Τρίτον, να διατυπώσει συνοπτικά τις πολιτικές αρχές και το πρόγραμμα πάνω στα οποία ένα νέο επαναστατικό κίνημα της διεθνούς εργατικής τάξης ενάντια στον πόλεμο πρέπει να βασιστεί.

Πρίν ένα χρόνο, η Διεθνής Επιτροπή πραγματοποίησε το πρώτο της Διαδυκτιακό Συλλαλητήριο για την Πρωτομαγιά.  Προειδοποίησε ότι οι πολιτικές που ακολουθούν οι ιμπεριαλιστικές δυνάμεις – με πρωταγωνιστή τις Ηνωμένες Πολιτείες – θέτουν τα θεμέλια για έναν τρίτο παγκόσμιο πόλεμο.  Τα γεγονότα των περασμένων δώδεκα μηνών έχουν τεκμηριώσει αυτές τις προειδοποιήσεις.

Ο περασμένος χρόνος είδε την αμείλικτη κλιμάκωση της στρατιωτικής βίας, υποκινούμενη από τις Ηνωμένες Πολιτείες και του κύριους ιμπεριαλιστικούς συμμάχους της.  Ο δήθεν «Πόλεμος κατά της Τρομοκρατίας» επεκτείνεται από χώρα σε χώρα και από ήπειρο σε ήπειρο.  Σχεδόν δεκαπέντε χρόνια μετά τα γεγονότα της 11ης Σεπτεμβρίου 2001, είναι πλέον ολοφάνερο σε όλους εκτός από τους τυφλούς πως ο «Πόλεμος κατά της Τρομοκρατίας» έχει χρησιμεύσει ως πρόσχημα για την εξαπόλυση της αμερικάνικης στρατιωτικής δύναμης σε όλο τον κόσμο.

Οι αμερικανικές εισβολές στο Αφγανιστάν το 2001 και στο Ιράκ το 2003 ήταν απλώς οι πρώτες ριπές των αιματηρών στρατιωτικών επιχειρήσεων στη Μέση Ανατολή, τη Βόρεια Αφρική και την Κεντρική Ασία – είτε με την άμεση παρέμβαση των αμερικανικών στρατιωτικών δυνάμεων ή με στήριξη από τις ΗΠΑ μισθοφόρων – και οι οποίες έχουν οδηγήσει στο θάνατο εκατοντάδων χιλιάδων ανθρώπων κατά τη διάρκεια της περασμένης δεκαετίας.  Το αποτέλεσμα αυτών των επιχειρήσεων ήταν η υλική και κοινωνική καταστροφή του Ιράκ, του Αφγανιστάν, της Συρίας, της Υεμένης και της Λιβύης.  Οι πρόσφυγες που πνίγηκαν στην Μεσόγειο, στα ανοικτά των ακτών της Λιβύης, είναι ανάμεσα στα αναρίθμητα θύματα των εγκληματικών πολιτικών που ακολουθεί ο αμερικανικός και ο ευρωπαϊκός ιμπεριαλισμός.

Τα γεγονότα του περασμένου χρόνου έχουν κάνει εντελώς σαφές το γεγονός ότι αυτές οι τοπικές επεμβάσεις είναι μέρος ενός αναδυόμενου παγκόσμιου σχέδιου μάχης.  Οι Ηνωμένες Πολιτείες κλιμακώνουν, ταυτόχρονα, την αναμέτρησή τους με τη Ρωσία και την Κίνα.  Με πρωτοφανή απερισκεψία, η κυβέρνηση Ομπάμα έχει προβεί σε ενέργειες οι οποίες φαίνονται προσχεδιασμένες για να προκαλέσουν μια ρωσική στρατιωτική αντίδραση. Η αμερικανική ενορχήστωση του πραξικοπήματος στην Ουκρανία τον Φεβρουάριο του 2014 σήμανε την αρχή μιας αναμέτρησης με μια πυρηνικά εξοπλισμένη Ρωσία. Οι Ηνωμένες Πολιτείες όχι μόνο δεν επιδιώκουν να αποτραβηχτούν από το χείλος της αβύσσου αλλά – με την υποστήριξη της Γερμανίας και των άλλων δυνάμεων του ΝΑΤΟ – εντείνουν την οικονομική και στρατιωτική πίεση ενάντια στη Ρωσία.

Είναι ιστορικά εδραιωμένο ότι η ύπαρξη ενός σύνθετου πλέγματος στρατιωτικών συμμαχιών και υποχρεώσεων μεταξύ διαφόρων ευρωπαϊκών κρατών – του οποίου η πολιτική σημασία και επιπτώσεις ήταν ανεπαρκώς κατανοητά από τις εμπλεκόμενες κυβερνήσεις, και που δεν ήταν ορατό στις μεγάλες λαϊκές μάζες – συνέβαλε σημαντικά στο ξέσπασμα τoυ Πρώτου Παγκόσμιου Πόλεμου τον Ιούλιο – Αύγουστο 1914. Χωρίς τη «Λευκή Επιταγή» που έλαβε από τη Γερμανία τον Ιούλιο 1914, η Αυστρο-Ουγγρική κυβέρνηση ίσως να μην είχε προχωρήσει σε πόλεμο ενάντια στη Σερβία δύο εβδομάδες αργότερα. Οι υποχρεώσεις που ανέλαβε η Γαλλία προς τη Ρωσία ενθάρρυνε το τσαρικό καθεστώς να επέμβει στρατιωτικά σε υποστήριξη της Σερβίας.

Εκατό χρόνια αργότερα, η ιστορία επαναλαμβάνεται. Κατά την επίσκεψη του τον περασμένο χρόνο στο Ταλίν, πρωτεύουσα του μικρού βαλτικού κράτους της Εσθονίας, ο Ομπάμα διακήρυξε σε μια δημόσια ομιλία:

Λέω στον λαό της Εσθονίας και τους λαούς της Βαλτικής, σήμερα είμαστε δεσμευμένοι από τη συνθήκη της Συμμαχίας μας. Έχουμε ένα ιερό καθήκον προς αλλήλους. Το άρθρο 5 είναι πεντακάθαρο: Επίθεση εναντίον ενός, είναι επίθεση ενάντια σε όλους. Έτσι εάν, σε μια τέτοια στιγμή, ρωτήσετε και πάλι, «ποιός θα έρθει να βοηθήσει», θα γνωρίζετε την απάντηση – η συμμαχία του ΝΑΤΟ, που περιλαμβάνει τις ένοπλες δυνάμεις των Ηνωμένων Πολιτειών, «εδώ ακριβώς, στο παρόν, τώρα!» Θα είμαστε εδώ για την Εσθονία, θα είμαστε εδώ για τη Λετονία, θα είμαστε εδώ για τη Λιθουανία.

Πόσοι αμερικανοί γνωρίζουν, πόσο μάλλον κατανοούν τη σημασία της στρατιωτικής υποχρέωσης που ανέλαβε η κυβέρνηση Ομπάμα προς την πολιτικά ασταθή και απερίσκεπτη δεξιά κυβέρνηση της Εσθονίας; Η απόσταση ανάμεσα στο Ταλίν στην Εσθονία και την Αγία Πετρούπολη στη Ρωσία είναι μόνο 230 μίλια, δέκα μίλια λιγότερα από την απόσταση ανάμεσα στη Νέα Υόρκη και την Ουάσιγκτον. Περίπου το ένα τέταρτο  του πληθυσμού της Εσθονίας αποτελείται από εθνοτικά Ρώσους.

Με όλα όσα συμβαίνουν, όπως η σύγκρουση στην Ουκρανία, οι συνεχείς εντάσεις ανάμεσα στη Ρωσία και την Πολωνία, και η αδιάκοπη επέκταση του ΝΑΤΟ σε όλη την Ανατολική Ευρώπη και μέσα στην περιοχή της Μαύρης Θάλασσας, είναι τόσο δύσκολο να φανταστούμε ότι η Ρωσία ίσως ερμηνεύσει την ομιλία του Ομπάμα στο Ταλίν σαν το αντίστοιχο μιας «Λευκής Επιταγής» προς τα βαλτικά καθεστώτα; Επιπλέον, εάν ο Ομπάμα εννοούσε πραγματικά όσα είπε – και πρέπει να υποθέσουμε ότι τα εννοούσε – οι Ηνωμένες Πολιτείες και οι σύμμαχοι τους στο ΝΑΤΟ θα προχωρήσουν σε πόλεμο – και, πολύ πιθανώς, πυρηνικό πόλεμο – ενάντια στη Ρωσία σε υποστήριξη των βαλτικών κρατών.

Στην άλλη άκρη της Ευρασιατικής ηπείρου, οι σχεδιαστές της στρατηγικής του αμερικανικού ιμπεριαλισμού επιδιώκουν ασταμάτητα τον στόχο τους που είναι η περικύκλωση της Κίνας. Η «Στροφή προς την Ασία» - που άλλοι ομιλητές θα εξετάσουν πιο λεπτομερώς – δεν είναι τίποτε άλλο από ένα κωδικό όνομα για τη συστηματική προετοιμασία πολέμου ενάντια στην Κίνα. Σε μια μείζονα εξέταση της αμερικανικής πολιτικής προς την Κίνα, το έγκυρο Συμβούλιο Διεθνών Σχέσεων διακήρυξε ωμά ότι «δεν υπάρχει καμμία πραγματική προοπτική για την ανάπτυξη βασικής εμπιστοσύνης, ‘ειρηνικής συνύπαρξης,’ ‘αμοιβαίας κατανόησης,’ μια στρατηγική συνεργασία, ή για ένα ‘νέο τύπο σχέσεων μεταξύ μεγάλων χωρών’ ανάμεσα στις Ηνωμένες Πολιτείες και την Κίνα.»

Οι Ηνωμένες Πολιτείες, διακηρύσσεται στην έκθεση, πρέπει συνεπώς να αναπτύξουν την «πολιτική θέληση» και τις στρατιωτικές ικανότητες «να αντιμετωπίσουν την Κίνα για να προστατεύσουν ζωτικά αμερικανικά συμφέροντα.» Αυτοί που βρίσκονται στο ψηλότερο επίπεδο χάραξης της αμερικανικής πολιτικής έχουν καταλήξει, καθώς φαίνεται, να θεωρούν τον πόλεμο με την Κίνα ως αναπόφευκτο.

Η εμφάνιση μιας τέτοιας στρατηγικής προοπτικής, όπως επιβεβαιώνεται από τη μελέτη των προηγούμενων παγκοσμίων πολέμων, ενδέχεται να γίνει ένας ακόμη παράγοντας που θα συντελέσει στο ξέσπασμα ενός στρατιωτικού κατακλυσμού. Ένας ιστορικός του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου έγραψε πρόσφατα ότι «από τη στιγμή που θα θεωρηθεί ότι ο πόλεμος είναι αναπόφευκτος οι υπολογισμοί των ηγετών και των στρατιωτικών αλλάζουν. Το ζήτημα δεν είναι πλέον εάν θα γίνει ή εάν πρέπει να γίνει πόλεμος, αλλά πότε μπορεί να διεξαχθεί πόλεμος με τον πιο πλεονεκτικό τρόπο.» (Ο Επόμενος Μεγάλος Πόλεμος; Οι Ρίζες του Πρώτου Παγκόσμιου Πόλεμου και ο Κίνδυνος της Σύγκρουσης ΗΠΑ – Κίνας, συντ. Richard N.Rosencrance και Steven E. Miller, σελ. xi.)

Είναι γενικά γνωστό ότι θεμελιακά γεωπολιτικά και οικονομικά συμφέροντα υποκινούν τον επιθετικό χαρακτήρα της αμερικανικής πολιτικής προς την Κίνα. Η αμερικανική άρχουσα ελίτ θεωρεί την αυξανόμενη οικονομική ισχύ της Κίνας ως απειλή στη δική της κυρίαρχη θέση στην Ασία κα σε όλο τον κόσμο. Επιπλέον, δεκαετίες οικονομικής αποτελμάτωσης και φθοράς της βιομηχανικής και μεταποιητικής υποδομής, έχουν πείσει την άρχουσα τάξη ότι μόνο με την απροκάλυπτη εξάσκηση στρατιωτικής ισχύος μπορεί να διατηρηθεί η παγκόσμια ηγεμονία του αμερικανικού ιμπεριαλισμού.

Σε αυτούς τους διεθνείς παράγοντες πρέπει να προστεθεί η επίπτωση της εσωτερικής κρίσης στις Ηνωμένες Πολιτείες, που σπαράσσονται από έντονες κοινωνικές αντιφάσεις για τις οποίες ο αμερικανικός καπιταλισμός δεν έχει καμμία προοδευτική απάντηση. Το αμερικανικό πολιτικό σύστημα έχει εκφυλιστεί σε λίγο περισσότερο από ένα μηχανισμό που διευκολύνει τη λεηλασία της κοινωνίας προς το συμφέρον μιας παρασιτικής, ατελείωτα αυτάρεσκης, και ουσιαστικά εγκληματικής οικονομικής ελίτ. Ένας από τους κεντρικούς σκοπούς του «Πολέμου κατά της Τρομοκρατίας» είναι η καλλιέργεια παρανοϊκού φόβου για να αποσπάσει την προσοχή της μεγάλης μάζας του αμερικανικού λαού από τις πραγματικές εγχώριες αιτίες της κοινωνικής του δυσφορίας.

Η Ουάσιγκτον είναι, αναμφίβολα, το νευραλγικό πολιτικό κέντρο της ιμπεριαλιστικής βίας σε όλο τον κόσμο. Αλλά, σε τελευταία ανάλυση, οι πολιτικές που ακολουθούνται από την αμερικανική κυβέρνηση είναι μία αντίδραση στην κρίση του παγκόσμιου καπιταλιστικού συστήματος. Τα δύο κύρια στοιχεία αυτής της κρίσης είναι 1) ο αναρχικός χαρακτήρας ενός οικονομικού συστήματος βασισμένου στην ατομική ιδιοκτησία των μέσων παραγωγής – και 2) το ανέφικτο της ανασυγκρότησης και χρησιμοποίησης, με κοινωνικά προοδευτικό τρόπο, των τεράστιων παραγωγικών δυνατοτήτων μιας παγκόσμια αλληλένδετης οικονομίας μέσα στο υφιστάμενο πλαίσιο  του καπιταλιστικού συστήματος των εθνικών κρατών.

Η εμπλοκή ενός ολοένα μεγαλύτερου αριθμού ιμπεριαλιστικών και καπιταλιστικών δυνάμεων στην πάλη για οικονομικές αγορές και γεωπολιτική επιρροή αποτελεί απόδειξη του παγκόσμιου χαρακτήρα της κρίσης. Όλες οι παλιές καπιταλιστικές δυνάμεις αναβιώνουν τις αποικιακές φιλοδοξίες τους, και φτάνουν ως το σημείο να πλαστογραφούν την ιστορία για να καλύψουν τα παλιά τους εγκλήματα. Γερμανοί καθηγητές με επιρροή προβάλλουν δικαιολογίες για τους πολέμους που εξαπέλυσαν οι ναζιστές. Ο Αυστραλός πρωθυπουργός πανηγυρίζει την τρομερή σπατάλη της ζωής χιλιάδων νέων ανθρώπων στην Καλλίπολη το 1915, και εξυμνεί αυτό το σφαγείο σαν υπόδειγμα για μελλοντικές θυσίες.

Κάθε καπιταλιστική κυβέρνηση, όποια και να είναι τα συγκρουόμενα συμφέροντα και κίνητρα της, παίζει έναν αντιδραστικό ρόλο στην αναπτυσσόμενη παγκόσμια κρίση. Οι προσπάθειες της Κίνας και της Ρωσίας να αντιταχτούν στην πίεση του αμερικανικού, ευρωπαϊκού και ιαπωνικού ιμπεριαλισμού επιταχύνοντας τα δικά τους στρατιωτικά προγράμματα, ενώ ταυτόχρονα υποκινούν και επικαλούνται τον εθνικό σωβινισμό, δεν έχουν το παραμικρό προοδευτικό περιεχόμενο.

Ο ισχυρισμός του Βλαντιμίρ Πούτιν ότι το οπλοστάσιο των πυρηνικών όπλων της Ρωσίας θα υπερασπίσει τη χώρα ενάντια σε εξωτερικές απειλές συνδυάζει τη στρατηγική χρεωκοπία με την πλέον ακραία εθνική μοιρολατρεία. Η τεράστια αύξηση των στρατιωτικών δαπανών της Κίνας δεν θα φέρει ούτε ασφάλεια ούτε ειρήνη. Οι στρατιωτικές της δαπάνες αναφέρονται από τις Ηνωμένες Πολιτείες, την Ιαπωνία και άλλες δυνάμεις στον Ειρηνικό και Ινδικό ωκεανό για να δικαιολογήσουν τη δική τους αύξηση στρατιωτικών δυνάμεων στην περιοχή.

Η Διεθνής Επιτροπή της Τέταρτης Διεθνούς είναι αδιάλλακτα εχθρική σε όλες τις ανταγωνιζόμενες εθνικές δυνάμεις. Βασίζουμε την αντίθεση μας στον ιμπεριαλισμό στις αρχές του σοσιαλιστικού διεθνισμού. Στον αγώνα μας ενάντια στον πόλεμο, δεν απευθυνόμαστε προς οποιαδήποτε εθνική κυβέρνηση, αλλά προς τη διεθνή εργατική τάξη. Το μόνο αποτελεσματικό αντίδοτο στον πόλεμο ανάμεσα σε έθνη, είναι η αδέσμευτη ανάπτυξη, πάνω στη βάση του σοσιαλιστικού διεθνισμού, της συνειδητής πάλης της εργατικής τάξης για την ανατροπή του καπιταλιστικού συστήματος.

Υποθέτω ότι υπάρχουν, μέσα στο παγκόσμιο ακροατήριο μας, εκείνοι που, ενώ έχουν συμπάθεια για τους στόχους μας, τους είναι δύσκολο να αποβάλουν τον σκεπτικισμό τους για τη βιωσιμότητα του διεθνιστικού προγράμματος που προτείνεται από τη Διεθνή Επιτροπή. Η άρνηση του σκεπτικισμού βρίσκεται σε μια αντικειμενική ανάλυση της παγκόσμιας καπιταλιστικής κρίσης και στα διδάγματα της ιστορίας.

Η ανεξέλεγκτη εξάπλωση της στρατιωτικής βίας – που απειλεί να μεταμορφωθεί μοιραία σε γενικό πόλεμο μεταξύ πυρηνικά εξοπλισμένων δυνάμεων – εκφράζει τις όλο και πιο απελπισμένες προσπάθειες από τις άρχουσες ελίτ να περιορίσουν, μέσα στο πλαίσιο των υφιστάμενων σχέσεων ιδιοκτησίας και το σύστημα των εθνικών κρατών, τη συστημική κρίση του παγκόσμιου καπιταλισμού. Ωστόσο, είναι η ίδια ακριβώς κρίση που υποκινεί τη διεθνή εργατική τάξη σε επαναστατική πάλη – για να επιλύσει αυτή την κρίση και να καταργήσει την καπιταλιστική ιδιοκτησία των μέσων παραγωγής και το σύστημα των εθνικών κρατών.

Ακριβώς πριν από εκατό χρόνια, τον Μάϊο του 1915, ο Λέων Τρότσκι έγραψε ένα άρθρο με τον τίτλο «Ιμπεριαλισμός και Εθνική Ιδέα,» στο οποίο ανέλυσε τις ιστορικές επιπτώσεις και σημασία του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου:

Ο σημερινός ιμπεριαλιστικός πόλεμος, καθώς καταστρέφει τα ίδια τα θεμέλια της οικονομίας,  φωτίζοντας και πολλαπλασιάζοντας την πνευματική κατάντια και απάτη της εθνικής ιδέας, είναι η πλέον πειστική έκφραση του αδιέξοδου στο οποίο έχει οδηγήσει η ανάπτυξη της αστικής κοινωνίας. Μόνο ο σοσιαλισμός ... είναι αυτός που απελευθερώνει την εθνική οικονομία από τα εθνικά δεσμά, απελευθερώντας έτσι την εθνική κουλτούρα από την αρπάγη του οικονομικού ανταγωνισμού ανάμεσα στα έθνη – μόνο ο σοσιαλισμός παρέχει μια διέξοδο από τις αντιφάσεις που έχουν ξεσπάσει μπροστά μας σαν μια τρομερή απειλή προς το σύνολο του ανθρώπινου πολιτισμού.

Μερικούς μήνες αργότερα, τον Σεπτέμβριο του 1915, στις πιο σκοτεινές ώρες του Πρώτου Παγκόσμιου Πόλεμου, 38 σοσιαλιστές συναντήθηκαν στο μικρό ελβετικό χωριό του Τσίμερβαλντ για να συζητήσουν το πρόγραμμα και τη στρατηγική που θα καθοδηγούσαν την αντίθεση προς τον πόλεμο. Μόνο 38 άτομα! Και από αυτούς τους 38 σοσιαλιστές, η αντιπροσωπεία του Λένιν αριθμούσε μόλις πέντε. Το Μπολσεβίκικο Κόμμα, υπό την ηγεσία του Λένιν, ήταν ακόμη μια πολύ μικρή οργάνωση. Αλλά η εκτίμηση του Λένιν για τις πολιτικές επιπτώσεις του πολέμου ήταν εξαιρετικά διορατική. Όπως ο Τρότσκι, ο Λένιν επέμενε ότι ο πόλεμος δεν ήταν μια ατυχής και προσωρινή απόκλιση από μια σταθερή ισορροπία που θα αποκαθίστατο όπως ήταν λίγο-πολύ πριν τον Αύγουστο του 1914, όταν σταματούσαν κάποτε οι εχθροπραξίες. Ο πόλεμος συμβόλιζε την κατάρρευση της παλιάς παγκόσμιας καπιταλιστικής τάξης.

Η βασική στρατηγική ιδέα που προτεινόταν από τον Λένιν ήταν ότι οι ίδιες αντιφάσεις που είχαν οδηγήσει στο ξέσπασμα του Παγκόσμιου Πόλεμου θα οδηγούσαν επίσης στην παγκόσμια σοσιαλιστική επανάσταση.

Το κεντρικό καθήκον των μαρξιστών ήταν να προετοιμάσουν – μέσα από τη θεωρητική, πολιτική και πρακτική-οργανωτική τους δουλειά – για την εξέγερση της παγκόσμιας εργατικής τάξης ενάντια στον καπιταλισμό και τον ιμπεριαλισμό. Πάνω απ’όλα, η πάλη ενάντια στον πόλεμο έπρεπε να είναι βασισμένη πάνω σε ένα αδιάλλακτο σοσιαλιστικό διεθνισμό. Αυτό απαιτούσε το χτίσιμο ενός νέου επαναστατικού διεθνιστικού κόμματος ενάντια στην οπορτουνιστική Δεύτερη Διεθνή που είχε συνθηκολογήσει με τον ιμπεριαλισμό και υποστήριζε τον πόλεμο. Το 1915 η θέση του Λένιν είχε την υποστήριξη μιας μικρής μόνο μειοψηφίας. Αλλά μέσα σε δύο μόλις χρόνια, εκατομμύρια αποδέχτηκαν αυτό το πρόγραμμα. Η ανάλυση του Λένιν δικαιώθηκε από τη νίκη της Οκτωβριανής Επανάστασης.

Τα διδάγματα από αυτή τη μεγάλη ιστορική εμπειρία πρέπει να εμπνεύσει και να καθοδηγήσει την ανάπτυξη ενός νέου κινήματος ενάντια στον ιμπεριαλιστικό πόλεμο. Ο καπιταλισμός έχει φτάσει σε ένα αδιέξοδο. Η κοινωνική δυστυχία και η αναίτια καταστροφή για τα οποία είναι υπεύθυνος προκαλούν όλο και μεγαλύτερη αγανάκτηση. Μέσα στις Ηνωμένες Πολιτείες, βλέπουμε τα πρώτα σκιρτήματα της αντίστασης της εργατικής τάξης. Αυτή η αντίσταση, στο ίδιο το κέντρο του παγκόσμιου ιμπεριαλισμού, θα αυξηθεί σταθερά. Δεν υποτιμούμε τους κινδύνους. Αλλά δεν υποτιμούμε επίσης το επαναστατικό δυναμικό της εργατικής τάξης, μέσα στις Ηνωμένες Πολιτείες και σε όλο τον κόσμο. Το ιστορικό ζήτημα – η μοίρα της ανθρωπότητας – παραμένει αναποφάσιστο.

Υπάρχουν στιγμές στην ιστορία όπου οι μάζες προχωρούν και σπάζουν τα δεσμά που επιβλήθηκαν πάνω τους από τους καταπιεστές τους. Πλησιάζουμε μια τέτοια ιστορική στιγμή. Υπάρχουν πολύ περισσότερα από 38 άτομα – και βέβαια από πέντε – που συμμετέχουν σε αυτό το διαδικτυακό συλλαλητήριο. Όλοι εσείς, αγαπητοί σύντροφοι και φίλοι από όλο τον κόσμο, που είστε σήμερα το ακροατήριο, πρέπει να θεωρήσετε τους εαυτούς σας και πρέπει να ενεργήσετε ως αντιπρόσωποι που εκπροσωπούν και παλεύουν για το πρόγραμμα της Διεθνούς Επιτροπής της Τέταρτης Διεθνούς. Σας προτρέπουμε να αρχίσετε να εργάζεστε ακούραστα για να ανυψώσετε την πολιτική συνείδηση της εργατικής τάξης και της νεολαίας. Δεν υπάρχει καμμία θέση για παθητικότητα ή για μοιρολατρεία.

Οι αντικειμενικές αντιφάσεις του καπιταλισμού θα δώσουν μια ισχυρή ώθηση για τη ριζοσπαστικοποίηση της εργατικής τάξης. Αλλά πρέπει να επέμβουμε στην πάλη που εξελίσσεται για να της δώσουμε ένα συνειδητό επαναστικό σοσιαλιστικό προσανατολισμό. Το μεγάλο καθήκον, και, βέβαια,  η αναπόδραστη ευθύνη με την οποία βρίσκονται αντιμέτωποι όλοι εκείνοι που κατανοούν την ιστορική κατάσταση και συμφωνούν με την προοπτική και το πρόγραμμα του διεθνούς σοσιαλισμού, είναι να διεξάγουν «Πόλεμο ενάντια στον Πόλεμο,» να προσχωρήσουν στη Τέταρτη Διεθνή, και να βοηθήσουν στο χτίσιμο της ως το Παγκόσμιο Κόμμα της Σοσιαλιστικής Επανάστασης.

4 Μαΐου 2015

Loading