Η αντίδραση των ευρωπαϊκών δυνάμεων και της κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ στην Ελλάδα στη σαρωτική νίκη του «όχι» στα μέτρα λιτότητας που απαιτούνται από την Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ) έχει φέρει στο προσκήνιο τα βασικά πολιτικά ζητήματα με τα οποία βρίσκεται αντιμέτωπη η εργατική τάξη.
Η μαζική λαϊκή απόρριψη της πολιτικής των ευρωπαϊκών τραπεζών έχει συνταράξει τόσο τις άρχουσες ελίτ της Ευρώπης όσο και τους συνεταίρους τους μέσα στην Ελλάδα, περιλαμβανόμενου του ίδιου του ΣΥΡΙΖΑ. Αντιμέτωποι με μια αμείλικτη εκστρατεία εκφοβισμού και οικονομικού εκβιασμού, προπαγάνδας στα μέσα ενημέρωσης, και απειλών από τμήματα του στρατού, οι έλληνες εργαζόμενοι και νέοι διακήρυξαν συντριπτικά την αντίθεση τους στην επίθεση στις δουλειές, τους μισθούς και τις συντάξεις.
Στις πρωτεύουσες των μεγάλων ευρωπαϊκών δυνάμεων και στις Ηνωμένες Πολιτείες, βρίσκεται σε εξέλιξη η συζήτηση για τον τρόπο που θα αντιδράσουν. Πρώτη η Γερμανία δείχνει την περιφρόνηση της για την απόρριψη των απαιτήσεων της από την ελληνική εργατική τάξη, αντιδρώντας στη ψήφο της Κυριακής με περισσότερες αποδοκιμασίες, απειλές και τελεσίγραφα.
Ο γερμανός σοσιαλδημοκράτης και αντικαγκελλάριος Σίγκμαρ Γκάμπριελ είπε ότι διεξάγοντας το δημοψήφισμα, ο ΣΥΡΙΖΑ είχε «καταστρέψει τις τελευταίες γέφυρες πάνω στις οποίες θα μπορούσαν να πορευθούν η Ευρώπη και η Ελλάδα προς ένα συμβιβασμό.» Διακήρυξε ότι αν η Ελλάδα ήθελε να μείνει στην ευρωζώνη έπρεπε να παρουσιάσει προτάσεις «που πάνε πιο πέρα από όσες έχουν παρουσιαστεί μέχρι τώρα.»
Αργότερα τη Δευτέρα, η γερμανίδα καγκελλάριος Άνγκελα Μέρκελ έδωσε μια συνέντευξη τύπου από κοινού με τον γάλλο πρόεδρο Φρανσουά Ολλάντ στην οποία τόνισε, «Όπως έχουν τα πράγματα, δεν υπάρχει καμία βάση συνομιλιών για ένα νέο πρόγραμμα κάτω από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας.» Πρόσθεσε ότι οι προηγούμενες προσφορές προς την Ελλάδα ήταν «γενναιόδωρες.»
Μερικοί αξιωματούχοι στην Ευρώπη και τις Ηνωμένες Πολιτείες προτρέπουν για μικρές τροποποιήσεις στο βάρος του χρέους της Ελλάδας για να κρατηθεί η χώρα μέσα στην ευρωζώνη, να της επιτραπεί να πληρώσει τα δάνεια της και να δοθεί στον ΣΥΡΙΖΑ κάτι να πλασάρει σε ένα εχθρικό ελληνικό πληθυσμό. Όποια πρόταση γίνει πάνω σε αυτές τις γραμμές θα περιλάμβανε το 98 τοις εκατό των μέτρων που απορρίφθηκαν στο δημοψήφισμα της Κυριακής.
Η κυριότερη ανησυχία της άρχουσας τάξης είναι για όσα θα μπορούσε να ενθαρρύνει η ελληνική ψήφος σε όλη την Ευρώπη και διεθνώς. Σε κύριο άρθρο που δημοσιεύτηκε τη Δευτέρα, η Γουόλ Στριτ Τζόρναλ ανησυχούσε ότι η Μέρκελ ίσως τελικά υπαναχωρούσε αντιδρώντας στη ψήφο προσφέροντας μερικές παραχωρήσεις. Εφόσον συμβεί αυτό, η Γουόλ Στριτ Τζόρναλ προειδοποίησε, «Το μήνυμα θα είναι ότι οι άλλες οφειλέτιδες χώρες της Ευρώπης μπορούν επίσης να χρησιμοποιήσουν πολιτικό εκβιασμό για να εμποδίσουν αναπτυξιακές μεταρρυθμίσεις... Ψηφίστε για να απορρίψετε τις μεταρρυθμίσεις που απαιτούν οι πιστωτές, και οι πιστωτές θα σας ανταμείψουν ούτως ή άλλως.»
«Αυτή η πολιτική μόλυνση,» συνέχισε η Γουόλ Στριτ Τζόρναλ, είναι μια πολύ μεγαλύτερη απειλή στην ακεραιότητα της ευρωζώνης από τις άμεσες επιπτώσεις μιας ελληνικής οικονομικής κρίσης ή ακόμη και από μια ελληνική έξοδο από τη νομισματική ένωση.
Τί φοβάται αυτό το φερέφωνο της Γουόλ Στριτ; Ότι οποιαδήποτε παραχώρηση στη δημοκρατική θέληση των μαζών απλά θα ενθαρρύνει τους εργαζόμενους σε όλη την Ευρώπη – και επίσης μέσα στις Ηνωμένες Πολιτείες.
Από τη μεριά του, ο ΣΥΡΙΖΑ αντέδρασε στην έκφραση μαζικής αντίστασης μέσα στην Ελλάδα – μια καθαρή ένδειξη της κίνησης προς τα αριστερά της ελληνικής εργατικής τάξης – στρεφόμενος απότομα προς τα δεξιά, καταφεύγοντας στην αγκάλη των κατεστημένων κομμάτων της ελληνικής αστικής τάξης και εκείνων ακριβώς των ευρωπαϊκών θεσμών που απορρίφθηκαν τόσο συντριπτικά.
Στο διάγγελμα του προς τα εκατομμύρια που γιόρταζαν τη νίκη την Κυριακή, ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας διακήρυξε, «Αυτή δεν είναι μια εντολή για ρήξη με την Ευρώπη, αλλά μια εντολή που ενισχύει την διαπραγματευτική μας δύναμη για να πετύχουμε μια βιώσιμη συμφωνία,» δηλαδή, μια συμφωνία που είναι αποδεκτή στην «τρόικα» της Ευρωπαϊκής Ένωσης, της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου.
Η πρώτη κίνηση που έγινε χθες από τον Τσίπρα ήταν να εξασφαλίσει την παραίτηση του υπουργού οικονομικών Γιάνη Βαρουφάκη για να διευκολυνθούν οι συνομιλίες για την αποπληρωμή του χρέους στη σημερινή συνάντηση των υπουργών οικονομικών του Ευρωγκρούπ. Ο Βαρουφάκης αντικατάσταθηκε από τον Ευκλείδη Τσακαλώτο, ένα από τα πολλά στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ που έχουν σπουδάσει στη Βρετανία, πρώτα στο ιδιωτικό σχολείο Σεντ Πολς, όπου φοίτησε ο συντηρητικός καγκελλάριος της Βρετανίας Τζορτζ Όσμπορν, και κατόπιν στην Οξφόρδη. Οι Νιου Γιορκ Τάιμς ανέφεραν ότι θα γινόταν μια ευρύτερη αναδιάρθρωση του υπουργικού συμβουλίου, με στόχο «τον διορισμό μιας πιο κεντρώας διαπραγματευτικής ομάδας.»
Ο Τσίπρας κατόπιν συγκάλεσε μια εξάωρη συνάντηση υπό τον έλληνα πρόεδρο Προκόπη Παυλόπουλο, με τους ηγέτες του συνέταιρου του ΣΥΡΙΖΑ στον συνασπισμό, το δεξιό ΑΝΕΛ, και τα τρία κύρια μνημονιακά κόμματα – τη Νέα Δημοκρατία, το ΠΑΣΟΚ και το Ποτάμι. Η συνάντηση κατέληξε σε μια κοινή δήλωση που εκδόθηκε από το γραφείο του Παυλόπουλου που εγκατέλειψε προηγούμενα αιτήματα για μείωση του χρέους, κάνοντας μόνο έκκληση για μια «δέσμευση [από την ΕΕ] για την έναρξη ενός ουσιαστικού διάλογου σχετικά με την αντιμετώπιση του προβλήματος της βιωσιμότητας του ελληνικού δημόσιου χρέους.»
Υπήρχαν διάσπαρτες εικασίες ότι η συνάντηση προοιώνιζε τον σχηματισμό μιας κυβέρνησης εθνικής ενότητας – δηλαδή, την ενότητα των κομμάτων του ελληνικού καπιταλισμού.
Όπως εξήγησε το WSWS πριν το δημοψήφισμα, ο ΣΥΡΙΖΑ κάλεσε το δημοψήφισμα σαν μια κυνική πολιτική μανούβρα, με πρόθεση όχι να αντιτεθεί στη λιτότητα αλλά να νομιμοποιήσει τη διαρκή συμπαιγνία του με την ελληνική και τις διεθνείς κυβερνώσες ελίτ. Εάν είχε υπερισχύσει η ψήφος για «ναι,» η κυβέρνηση θα είχε παραιτηθεί και θα άνοιγε τον δρόμο για κάποια μορφή συνασπισμού με τη συμμετοχή κομμάτων υπέρ της ΕΕ και της λιτότητας. Αλλά τώρα που τα δύο τρίτα σχεδόν του εκλογικού σώματος έχει ψηφίσει «όχι,» ο ΣΥΡΙΖΑ ακολουθεί ουσιαστικά την ίδια πορεία.
Το προηγούμενο 24ωρο είναι μια ευεργετική προειδοποίηση. Καθώς έχει δείξει η άρχουσα τάξη, δεν θα υπάρξει καμία ανάπαυλα στην έφοδο λιτότητας. Είτε κάποια συμβολικά μέτρα θα συμφωνηθούν από τους ηγέτες της ευρωζώνης για να νομιμοποιήσουν το σχέδιο του ΣΥΡΙΖΑ να επιβάλει τον νέο γύρο επιθέσεων, ή η Ελλάδα θα αναγκαστεί να αποχωρήσει από το ευρώ και ο ΣΥΡΙΖΑ ή κάποιο άλλο πολιτικό σχήμα θα υλοποιήσει την ίδια περίπου ατζέντα για λογαριασμό της ελληνικής αστικής τάξης .
Και στα δύο σενάρια, η άρχουσα τάξη θα είναι αναγκασμένη να βασιστεί όλο και πιο έντονα στην αστυνομία και στο στρατό για να καταπνίξει την κοινωνική δυσφορία. Ακριβώς ένα τέτοιο σχέδιο να παρατάξει χιλιάδες στρατό και μονάδες αποκατάστασης τάξης σε περίπτωση «γενικής και παρατεταμένης δημόσιας αναταραχής» - με κωδική ονομασία Επιχείρηση Νέμεσις – συζητήθηκε από την κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ στις 26 Ιουνίου, λίγες μόνο ώρες πριν αναγγείλει ο Τσίπρας το δημοψήφισμα.
Μόλις τέσσερεις δεκαετίες έχουν περάσει από τότε που η Ελλάδα ήταν κάτω από την τυραννία των συνταγματαρχών. Σήμερα, καταμεσής μιας γενικευμένης οικονομικής και κοινωνικής κατάρρευσης, η πιθανότητα να απευθυνθούν οι ολιγάρχες – οι λίγες δεκάδες οικογένειες που ελέγχουν την Ελλάδα –στον στρατό για να «αποκαταστήσει την τάξη» είναι όντως πραγματική.
Όλα εξαρτώνται από την κινητοποίηση της εργατικής τάξης ενάντια σε όλους εκείνους μέσα στην Ελλάδα που επιδιώκουν να επιβάλουν τα προστάγματα της «τρόικας» - την ελληνική άρχουσα τάξη, τα μέσα ενημέρωσης, την αστυνομία και τις ένοπλες δυνάμεις της, και όλα τα κόμματα της, περιλαμβανόμενου του ΣΥΡΙΖΑ, ένα αστικό κόμμα που βασίζεται σε προνομιούχα τμήματα της ανώτερης μεσαίας τάξης.
Ο πλούτος της καπιταλιστικής τάξης πρέπει να απαλλοτριωθεί μέσα από την εθνικοποίηση των τραπεζών και των μεγάλων παραγωγικών κλάδων, κάτω από τον δημοκρατικό έλεγχο μιας εργατικής κυβέρνησης.
Η πάλη αυτή είναι διεθνής. Η εργατική τάξη στην Ευρώπη πρέπει να συμπαρασταθεί στους έλληνες αδελφούς και αδελφές. Αυτό που συμβαίνει σήμερα στους έλληνες εργαζόμενους θα συμβεί αύριο στους εργαζόμενους στη Γερμανία, τη Γαλλία, τη Βρετανία, την Ισπανία και την Ιταλία. Η μόνη απάντηση σε αυτή τη διεθνή επίθεση του κεφάλαιου είναι μια διεθνής αντεπίθεση της εργατικής τάξης ενάντια στην ΕΕ και τις τράπεζες που υπηρετεί, στη βάση ενός σοσιαλιστικού προγράμματος.
7 Ιουλίου 2015